Σάββατο 15 Μαρτίου 2008

Ποίηση του Ευαγόρα Παλληκαρίδη

ΕΓΕΡΤΗΡΙΟΝ ΣΑΛΠΙΣΜΑ
Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια να βρω
τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
~
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς,
τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα
και στις βουνοπλαγιές.
~
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά
θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι,
βουνά και ρεματιές.
~
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά,
θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει
σε πόλεις και χωριά.
~
Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
~
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ,
θα μπω σ΄ ένα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη,
δεν θαν αληθινό.
~
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ
ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο
να κάθεται σ΄ αυτό.
~
Κόρη πανώρια θα της πω,
άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου,
μονάχα αυτό ζητώ.
~*~*~*~*
ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Για σένα, Κύπρο αθάνατη,
Πατρίδα σκλαβωμένη,
Θα δώσω απ' το αίμα μου
Κάθε σταλαματιά…
Για να σε δω ελεύθερη
Και χιλιοδοξασμένη
Δε θα διστάσω,
Κύπρο μου,
Nα πέσω στη φωτιά.
~*~*~*~*~*
ΤΩΝ ΑΘΑΝΑΤΩΝ
Των αθανάτων το κρασί
το 'βρετε 'σεις και πίνετε.
Ζωή για σας κι ο θάνατος
Κι αθάνατοι θα μείνετε.
~*~*~*~*
Η ΚΥΠΡΟΣ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ
Την Κύπρο μασ κι αν δέσανε
οι Άγγλοι μ' αλυσίδα,
έχει για πάντα την καρδιά
πίστη σε μια πατρίδα.
~
Η Κύπρος κι αν ελύγισε
δεν είναι σκλαβωμένη
Ελληνοπούλ' αδούλωτη
πάντα η ψυχή της μένει.
~
Το λέει ο γιαλός,
το λέει η στεριά,
κάθε βουνού κορφούλα.
Το λέει κάθε ανηφοριά
και κάθε της βρυσούλα.
~
Η Κύπρος δεν απέθανε
κι ούτε ποτέ πεθαίνει
κι απ' της σκλαβιάς τα σίδερα
τη βλέπω γω να βγαίνει.
~
Την Κύπρο δεν τρομάζουνε
φοβέρες και κανόνια
έχει βαριά κληρονομιά
απ' τα παλιά τα χρόνια.
~
Στην Κύπρο την αθάνατη,
την Κύπρο τη γενναία
είναι καιρός να στήσουμε
Ελληνική σημαία.
~*~*~*~*~
H ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ
Είναι μια χώρα
μόνη ελπίδα μου
ειν' η πατρίδα μου.
Κι' αν εσκλαβώθηκε
δε μένει σκλάβα,
γιατί σαν λάβα
ανακατώθηκε.
~*~*~*~*~
ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ
Σκλαβωμένη μου Κύπρος, λατρευτή μου πατρίδα
που δεμένη στενάζεις με βαριάν αλυσίδα.
Τα δεσμά τα βαριά σου σε λιγάκι θα σπάσεις
και στης μάνας Ελλάδας την αγκάλη θα φτάσεις.
Της σκλαβιάς η φουρτούνα ολοένα σε δέρνει
και τη νίκη ζητάει και γιαλός και στεριά.
Όμως νάτην, η νίκη με χαμόγελο φέρνει
σαν σε όνειρο μέσα τη γλυκιά Λευτεριά
στο κεφάλι σου, Κύπρος, με χαρά στο φορεί.
~*~*~*~*~*~
ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ
Μέρα λαμπρή κι αθάνατη
κι αδούλωτ' είναι σήμερα
που κι η σκλαβιά νικήθηκε
από την τόση ορμή...
~
Και λύγισαν, και σπάσανε
και λυώσανε τα σίδερα
που σου μάτωναν, Κύπρο μου,
το ασθενικό κορμί.
~
Μέρα χαράς ξημέρωσε
και μέρα ευλογημένη
κι απ' τη σκλαβιά που πέρασε
τίποτε πια δε μένει.
~
Χαρείτε όσοι πονέσατε
κι' όσοι νεκρούς εκλάψετε
το κλάμα παύει σήμερα
στης Κύπρου τα χωριά.
~
Κι όσοι πάτέρα, κι αδελφό
για φίλο σας εθάψατε
όλοι χαρήτε σήμερα
γιατ' ήρθε η λευτεριά
η πρώτη μέρα ελεύθερη
-στιγμή που δεν ξεχνιέται-
στη σκλαβωμένη Κύπρο μας
η λευτεριά γεννιέται.
~*~*~*~*~
ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Μόνο λίγο ακόμα
και στο μαύρο σου χώμα
που η σκλαβιά και ο πόνος τώρα τρυπά,
η γλυκειά Λευτεριά,
καρτερούν τα παιδιά σου ξανά,
πως με φλόγα και πάλι κοντά σου θαρθεί.
Κύπρος, Κύπρος, γλυκειά μας Πατρίδα,
κάνε τώρα να λάμψει του σπαθιού σ' η λεπίδα.
Από σε καρτερούμε τη σκλαβιά για να διώξεις από σένα,
ω Κύπρος γλυκειά, με τη μάνα Ελλάδα να βρεθείς αγκαλιά.
Μόνο λίγο ακόμα ένας ήλιος θα λάμψει
πιο λαμπρός και για μας.
~*~*~*~*~
ΣΑΝ ΕΛΛΗΝΑΣ
Του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει.
Για να τον σπάσει πολεμά,
σε πόλεις κάμπους και βουνά,
χειμώνα, καλοκαίρι.
Έτσι κι εγώ σαν Έλληνας ζυγόν δεν υποφέρω
γι' αυτό με τ' άλλα τα παιδιά ξεκίνησα,
τη λευτεριά στην Κύπρο μας να φέρω.
~*~*~*~*~
ΗΡΩΩΝ ΓΗ
Όλη η φύση κοιμάται
Τη ναρκώνει το κρύο
Και 'γω φεύγω λαλώντας
Το στερνό μου αντίο
Και τη μάνα φιλώντας
Τη κοιτάζω να κλαίει
Μάνα μην κλαις της λέω
Μάνα μην κλαις και κλαίω
Κι όλο πάω και τρέχω
και το δάκρυ της σβήνει
για μια μόνο στιγμούλα
και μιαν άλλη μανούλα
την Ελλάδα μας έχω
που όλο κλαίει κι εκείνη
Στου βουνού τη ραχούλα
στ΄ ανθοστόλιστα πλάγια
τη γλυκειά μου μανούλα
ψάχνω να βρω την άγια
και ανεβαίνω ραχούλες
χιονισμένες κορφές
ώσπου να βρω ΗΡΩΩΝ ΓΗ
κι ηρώων μορφές.

~*~*~*~*~*~*~*~*~*~*
Κι εσείς τραγούδια ηρωϊκά, που όλη μέρα γράφω, θα ξεχαστείτε στα στερνά στην φυλακής τον τάφο. Λυπούμαι που θα χωριστώ την τόση σας παρέα, μ' αφού η μοίτα η σκληρή με πάει αλλού μοιραία. Μα γρήγορα θα βγω ξανά για να σας ανταμώσω και άλλους στίχους συντροφικά και πάλι θα σας δώσω. Κι εσείς λουλούδια κόκκινα, που απ' τους κήπους κλέβω σας αποχαιρετώ γιατί, στη φυλακή μισεύω. Γαρύφαλλα ευωδιαστά γεμίσατε τη γλάστρα, και στέλλετέ μου ευωδιά τη νύχτα με τα άστρα.
~*~*~*~*~
ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΣΚΛΑΒΟΣ ΠΙΑ
"- Τη σκλαβιά τη βαρέθηκα,
Μάνα, κλέφτης θα γίνω.
Της σκλαβιάς δηλητήριο,
Μάνα, ως πότε θα πίνω;"
~
Κι αφού πρώτα εφίλησα
τη γλυκειά μου μανούλα,
τον ανήφορο τράβηξα
στου βουνού την κορφούλα.
~
Κι εκεί πάνω σαν βρέθηκα,
με χαρά στην καρδιά,
με λαχτάρα εφώναξα:
"-Σκλάβος δεν είμαι πια!"

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

αιωνία του η μνήμη. Ήτανε ο αγνότερος των αγνότερων. Μπράβο φίλε για το αφιέρωμα